Περιεχόμενα Άρθρου
Σε τεντωμένο σκοινί βρίσκονται οι αγρότες της Ευρώπης, οι οποίοι εκτός από την αύξηση του κόστους παραγωγής, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τις τιμές, τώρα έρχονται αντιμέτωποι με την αναμενόμενη εμπορική συμφωνία της ΕΕ με το μπλοκ Mercosur.
Η εμπορική συμφωνία με το μπλοκ Mercosur (Αργεντική, Παραγουάη, Ουρουγουάη και Βολιβία), βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων εδώ και 25 χρόνια περίπου και αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του χρόνου, η οποία θα δημιουργήσει μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου, που θα καλύπτει 800 εκατομμύρια ανθρώπους.
ΟΟΣΑ: Στροφή των επιδοτήσεων για τη γεωργία στην καινοτομία [γραφήματα]
Ειδικότερα, τα κράτη της Mercosur κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά βοείου κρέατος, σόγιας και ορισμένων δημητριακών και τα οποία βασίζονται στη φθηνή γη και το ηλιόλουστο κλίμα για να θρέψουν ολόκληρες ηπείρους. Από την πλευρά τους οι αγροτικές ενώσεις της Ευρώπης λένε ότι αυτό τους καθιστά «αμνούς προς θυσία» προκειμένου να πλουτίσουν οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες στη Νότια Αμερική.
Η συμφωνία αυτή «κινδυνεύει να έχει δραματικές συνέπειες για τη γεωργία», λένε οι Γάλλοι αγρότες
Ιδιαίτερα ανήσυχοι είναι οι Γάλλοι αγρότες, οι οποίοι με κάποιο τρόπο κρατούν τα ηνία στην Ευρώπη. Η συμφωνία αυτή «κινδυνεύει να έχει δραματικές συνέπειες για τη γεωργία», δήλωσε ο Arnaud Rousseau, ο επικεφαλής της ισχυρής ένωσης FNSEA της χώρας, καθώς υποστήριξε ότι τα χαμηλότερα περιβαλλοντικά πρότυπα και τα πρότυπα ασφάλειας των τροφίμων, σημαίνουν ότι το βραζιλιάνικο κρέας θα υποτιμήσει μαζικά τα τοπικά προϊόντα και θα κλείσει οικογενειακές φάρμες σε ολόκληρη την ήπειρο.
Ξανά στο προσκήνιο η Mercosur
Οι αγροτικές κινητοποιήσεις του περασμένου Ιανουαρίου, που διοργάνωσε η FNSEA, έδωσε ώθηση στον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν να επιχειρήσει να ακυρώσει τη συνθήκη, στέλνοντας μάλιστα και ένα σχετικό κείμενο στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Με τη συμφωνία όμως να έχει επανέλθει στο προσκήνιο, οι Γάλλου αγρότες επιστρέφουν στους δρόμους, σε μια προσπάθεια να παρεμποδίσουν τις διαπραγματεύσεις, που βρίσκονται στην τελική ευθεία.
Αντίστοιχα, οι αγρότες στο Βέλγιο, την Ιταλία και την Πολωνία απειλούν με παρόμοιες δράσεις, ενώ οι παραγωγοίι στη Γερμανία, την Αυστρία και την Ιρλανδία παρακολουθούν τις εξελίξεις με δυσαρέσκεια. Η «φοβερή συμφωνία της Mercosur» είναι «απαγορευμένη ζώνη για τους Ευρωπαίους αγρότες», κατέληξε η Copa-Cogeca, το μεγαλύτερο αγροτικό λόμπι της ΕΕ, σε επιστολή της προς την Επιτροπή την περασμένη εβδομάδα.
Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι από την Mercosur
Παρά τον θόρυβο, όπως επισημαίνει το «Politico» η Mercosur προσφέρει καθαρό κέρδος για την ευρωπαϊκή αγροδιατροφική βιομηχανία.
«Ο τομέας του χοιρείου κρέατος τα πάει πολύ καλά με τη συμφωνία. Το ίδιο και ο γαλακτοκομικός τομέας, το κρασί, τα οινοπνευματώδη ποτά και σχεδόν όλα τα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα: μαρμελάδες, κονσέρβες, μπισκότα, δημητριακά πρωινού, βρεφικά γάλατα, τροφές για κατοικίδια ζώα», είπε ο John Clarke, μέχρι πρόσφατα ο κορυφαίος διαπραγματευτής της ΕΕ για το εμπόριο γεωργικών προϊόντων.
Το ίδιο ισχύει και για τις γεωγραφικές ενδείξεις (ΓΕ), τα περιφερειακά τρόφιμα των οποίων η παραγωγή είναι κατοχυρωμένη και αποφέρει ένα καλό εισόδημα στους Ευρωπαίους αγρότες. Από τα γαλλικά τυριά και τα ιταλικά ζαμπόν μέχρι το ιρλανδικό λικέρ και το γερμανικό λουκάνικο, «θα είναι μερικές εκατοντάδες προστατευόμενες ενδείξεις στη Mercosur», δήλωσε ο Clarke.
Δεν κερδίζουν όλοι από τη συμφωνία ΕΕ – Mercosur
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι όλοι κερδίζουν από τη Mercosur. Το βοδινό κρέας δέχεται ένα χαστούκι και τα πουλερικά, η ζάχαρη και το ρύζι θα υποστούν επίσης απώλειες. Αλλά είναι σημαντικό να αναδείξουμε αυτές τις αρνητικές επιπτώσεις στο πλαίσιο, επιμένουν οι αξιωματούχοι της Επιτροπής.
Κατ’ αρχάς, οι ποσοστώσεις χωρίς δασμούς που έχουν παραχωρήσει οι Βρυξέλλες στους Νοτιοαμερικανούς είναι χαμηλές. Για το βόειο κρέας, αυτές αντιστοιχούν στο 1,6% της ετήσιας κατανάλωσης των Ευρωπαίων σε όγκο και λίγο περισσότερο σε αξία. Είναι ακόμη μικρότερες για τα πουλερικά και τη ζάχαρη, οι οποίες σε όγκο ζυγίζουν 1,4% και 1,2% αντίστοιχα. Το ρύζι βρίσκεται κάτω από το μονοψήφιο ποσοστό.
Για το βόειο κρέας, ο συνδυασμένος αντίκτυπος της συμφωνίας της Mercosur, μιας ήδη συναφθείσας συμφωνίας με τη Νέα Ζηλανδία και μιας πιθανής με την Αυστραλία αναμένεται να αγγίξει τις τιμές παραγωγού κατά 2,4% και την παραγωγή κατά 0,9% έως το 2032, σύμφωνα με έκθεση της Επιτροπής του Φεβρουαρίου.
Και τα επιχειρήματα
Τα λόμπι του βοείου κρέατος και των πουλερικών αντιτείνουν ότι το είδος του κρέατος έχει σημασία. Η Νότια Αμερική εξάγει τα καλύτερα κομμάτια της στην Ευρώπη: ψαρονέφρι, striploins και μοσχαρίσια παϊδάκια και στήθος κοτόπουλου. Για τους ντόπιους παραγωγούς, αυτές είναι οι προσοδοφόρες πωλήσεις που δικαιολογούν την εκτροφή των ζώων, πράγμα που σημαίνει ότι οι αυξημένες εισαγωγές αποτελούν μεγαλύτερο πλήγμα από αυτό που αρχικά εμφανίζεται.
«Δεδομένου ότι οι παραγωγοί της ΕΕ βασίζονται στις πωλήσεις κρέατος στήθους για να δικαιολογήσουν την εκτροφή κοτόπουλων, κάθε δύο φιλέτα που εισάγονται από το εξωτερικό αντιπροσωπεύουν ένα κοτόπουλο που δεν εκτρέφεται στην ΕΕ», δήλωσε η ένωση πουλερικών AVEC. «Συνεπώς, η εισαγωγή φιλέτων πουλερικών υπονομεύει άμεσα την παραγωγή της ΕΕ».
Άλλοι διαφωνούν με αυτό το σκεπτικό. Για τους παραγωγούς κρέατος της ΕΕ, το πρόβλημα εντοπίζεται στην πραγματικότητα στην εξαγωγή των φθηνότερων κομματιών.
Οι ποσοστώσεις για το βόειο κρέας και τα πουλερικά είναι επίσης υψηλότερες από τις πραγματικές ποσότητες που αποστέλλονται. Αυτή τη στιγμή, οι χώρες της Mercosur στέλνουν μόνο ένα μπιφτέκι και ενάμιση φιλέτο ανά άτομο, γεγονός που υποδηλώνει ότι δεν υπάρχει τεράστια ζήτηση για τις πρωτεΐνες της Νότιας Αμερικής.
Σύμφωνα με έναν ευρωπαίο αξιωματούχο, ο σημερινός «πανικός» θυμίζει τη δεκαετία του 2010, όταν η ΕΕ διαπραγματευόταν την εμπορική συμφωνία CETA με τον Καναδά. «Μας είπαν ότι η CETA ήταν το τέλος της βιομηχανίας βοείου κρέατος στην ΕΕ», θυμήθηκε. Τελικά, η δυσκολία του Καναδά να ανταποκριθεί στα πρότυπα της ΕΕ σημαίνει ότι δεν εξήγαγε πολλά, ενώ στην πραγματικότητα αύξησε τις εισαγωγές ορισμένων τεμαχίων από την Ευρώπη.
Πάντως, για τον Chris Hegadorn, επίκουρο καθηγητή παγκόσμιας πολιτικής τροφίμων στο Sciences Po Paris, η ανησυχία του γεωργικού τομέα – και ιδιαίτερα των Γάλλων αγροτών – δεν αφορά πραγματικά τα διαφυγόντα κέρδη.
«Θα ήταν δύσκολο να υποστηρίξει κανείς ότι αυτό δεν θα ωφελήσει τελικά τους παραγωγούς γαλλικών τυριών ή γαλλικών κρασιών ή γαλλικών [προϊόντων] υψηλότερης προστιθέμενης αξίας. Τώρα, είναι αυτό ένα ευρύ φάσμα της γεωργικής κοινότητας; Ποιος ωφελείται; Θα έλεγα ότι είναι αρκετά ευρύ», δήλωσε στο «Politico».
VIA: https://www.ot.gr